Payday loans

Αναζήτηση

Χρήστες on-line

Έχουμε 5 επισκέπτες συνδεδεμένους
Προπολεμική περίοδος 1895-1914
Παρασκευή, 03 Ιούνιος 2011 10:30

Η Διεθνής Καλλιτεχνική Έκθεση της Βενετίας ξεκίνησε επίσημα στις 30 Απριλίου 1895 στη σκιά των μεγάλων ευρωπαϊκών salons, με πρωτοβουλία του Δήμου της Βενετίας και του τότε δημάρχου της Riccardo Selvatico. Ο αρχικός σχεδιασμός της, τυπικός μιας φιλόδοξης έκθεσης περιφερειακής εμβέλειας και ενός γεγονότος στοχευμένης τουριστικής ανάπτυξης, αποσκοπούσε στην ενημέρωση των εγχώριων καλλιτεχνών και του κοινού για τις διεθνείς εικαστικές εξελίξεις που διαμορφώνονταν αλματωδώς την περίοδο εκείνη, και προσέβλεπε στη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για τη γέννηση και την ανάπτυξη ενός νέου μεγάλου κέντρου στον ευρωπαϊκό χώρο της σύγχρονης εικαστικής δημιουργίας.
Οι διοργανωτές
επέλεξαν ως κεντρικό χώρο των εκθεσιακών δραστηριοτήτων την περιοχή των Giardini, ένα δημόσιο πάρκο 3.810 τ.μ. εκτός του πολεοδομικού ιστού της Βενετίας, που δημιουργήθηκε κατά τη ναπολεόντεια εποχή. Το νεότευκτο Palazzo dell’Esposizione, κτίριο που σήμερα το γνωρίζουμε ανακαινισμένο και υπό την ονομασία «Padiglione Italia», εγκαινιάστηκε την ίδια χρονιά με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια και φιλοξένησε, εκτός των άλλων, τους πρώτους σημαντικούς διεθνείς καλλιτέχνες της διοργάνωσης: η συμμετοχή στην πρώτη Μπιενάλε των Gustave Moreau, Edward Burne-Jones και Max Liebermann κατέδειξε τις αισθητικές επιλογές των διοργανωτών και τη βαθιά επιρροή που ασκούσαν στην πνευματική ελίτ της Βενετίας το κίνημα του συμβολισμού και η ευρύτερη κεντροευρωπαϊκή κουλτούρα στα τέλη του 19ου αιώνα.
Η απρόβλεπτα μεγάλη επιτυχία των πρώτων διοργανώσεων, η υψηλή καταγεγραμμένη επισκεψιμότητα (200.000 επισκέπτες κατά μέσο όρο στις πρώτες εκθέσεις του 19ου αιώνα), καθώς και η πλούσια πολιτιστική κληρονομιά της πόλης που λειτουργεί ως πόλος έλξης
για χιλιάδες επισκεπτών, άρχισαν σταδιακά να ελκύουν το θερμό ενδιαφέρον της διεθνούς καλλιτεχνικής κοινότητας,  με αποτέλεσμα οι διοργανωτές να βρεθούν για πρώτη φορά αντιμέτωποι με το πρόβλημα της αύξησης των εκθεσιακών χώρων της Μπιενάλε. Προς αυτή την κατεύθυνση υιοθετήθηκε το μοντέλο των μεγάλων διεθνών εκθέσεων που εξελίσσεται ιστορικά από τα μέσα του 19ου αιώνα, κυρίως στον τομέα των εμπορικών δραστηριοτήτων, όπου κάθε χώρα οργανώνει τη συμμετοχή της σε αυτόνομες εγκαταστάσεις. Με επίκεντρο το Palazzo dell’Esposizione του 1895 αρχίζουν να κτίζονται στο πλαίσιο των διακρατικών συμφωνιών τα πρώτα εθνικά περίπτερα με έξοδα των ενδιαφερόμενων χωρών. Η αρχή έγινε από το Βέλγιο (L. Sneyens, 1907) και ακολούθησαν η Ουγγαρία (G. Rintel Maróti, 1909), η Γερμανία (D. Donghi, 1909), η Μεγάλη Βρετανία (E. A. Rickards, 1909), η Γαλλία (F. Finzi, 1912), η Ολλανδία (G. F. Boberg, 1912) και λίγο πριν την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Ρωσία (A. V. Scusev, 1914). Είναι πλέον σαφές ότι η στρατηγική επιλογή της δημιουργίας των εθνικών περιπτέρων άνοιξε πιο εύκολα τον δρόμο προς τη διεθνοποίηση του θεσμού και πρόσφερε την ευκαιρία στην Μπιενάλε να καταστεί, σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, ένας ισχυρός παράγοντας στη σκακιέρα των διεθνών γεωπολιτικών συσχετισμών.
Σε καλλιτεχνικό επίπεδο μέχρι τις αρχές του 20ο
ύ αιώνα, η Μπιενάλε της Βενετίας επιμένει στην παρουσίαση της επίσημης ακαδημαϊκής τέχνης των μέσων του 19ου αιώνα και δείχνει να αγνοεί σχεδόν επιδεικτικά τις εξελίξεις στη γαλλική τέχνη και ιδιαίτερα τον ιμπρεσιονισμό. Συνάπτει στενές σχέσεις με τη διεθνή καλλιτεχνική έκθεση του Μονάχου, της οποίας ακολουθεί το οργανωτικό μοντέλο, και δέχεται επιρροές από το καλλιτεχνικό περιβάλλον της «Απόσχισης του Μονάχου» και γενικότερα από τον χώρο των διακοσμητικών και των εφαρμοσμένων τεχνών. Το έκδηλο ενδιαφέρον των διοργανωτών για την τέχνη των «γερμανικών χωρών» αυτής της περιόδου επισφραγίζεται στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα με την παρουσία στη Βενετία του σημαντικότερου εκπροσώπου του κινήματος της «Απόσχισης της Βιέννης» Gustav Klimt. Ο Αυστριακός ζωγράφος και χαράκτης παρουσίασε με μεγάλη επιτυχία στην διεθνή έκθεση σημαντικά έργα της «χρυσής περιόδου», όπως η Ιουδήθ II (1909) που σήμερα ανήκει στη συλλογή της Πινακοθήκης Μοντέρνας Τέχνης της Βενετίας.
Οι πρώτες γαλλικές επιδράσεις
έκαναν την εμφάνισή τους στη διοργάνωση του 1901, όπου παρουσιάστηκαν 20 γλυπτά του Rodin και έργα των Corot και Millet σε ένα αφιέρωμα στη γαλλική τοπιογραφία της δεκαετίας του 1830. Η καθυστέρηση της παρουσίασης των ιμπρεσιονιστών συνεχίζεται έως την πρώτη αναδρομική έκθεση του Renoir (1910) που σηματοδοτεί για την Μπιενάλε την έναρξη των μελλοντικών πολυάριθμων και συστηματικών αφιερωμάτων στο γαλλικό καλλιτεχνικό κίνημα. Αξιοσημείωτο υπήρξε επίσης και το ενδιαφέρον προς την αμερικανική διακοσμητική τέχνη (1910), καθώς και το πρώτο άνοιγμα προς τα εξπρεσιονιστικά ρεύματα το 1914 με τη διοργάνωση της ατομικής έκθεσης του Βέλγου Ensor.
Σε γενικές γραμμές όμως
, η πολιτική των υπευθύνων της Μπιενάλε κατά την προπολεμική περίοδο κρίθηκε ως άκρως συντηρητική. Το 1910 ο γενικός γραμματέας της Μπιενάλε Antonio Fradeletto αποκαθήλωσε έργο του Picasso από την ισπανική συμμετοχή για λόγους δημόσιας αισθητικής. Παράλληλα, πολλοί νέοι καλλιτέχνες παρέμεναν αποκλεισμένοι από τις επίσημες εκθεσιακές δραστηριότητες και το γεγονός αυτό προκάλεσε σοβαρούς διαξιφισμούς: ύστερα από σφοδρές διαμαρτυρίες των «κομμένων καλλιτεχνών» και προ του κινδύνου να κλιμακωθούν οι διαφαινόμενες αποσχιστικές τάσεις, παραχωρήθηκαν από το 1908 έως το 1914 οι εκθεσιακοί χώροι του Cà Pesaro (από το 1902 Πινακοθήκη Μοντέρνας Τέχνης) για τη διοργάνωση μιας σειράς εκθέσεων νέων καλλιτεχνών, τις οποίες διεύθυνε ο νεαρός τότε τεχνοκριτικός Nino Barbantini, γνωστός για τις πρωτοποριακές απόψεις του και τον εξισορροπητικό ρόλο που έπαιξε στην Μπιενάλε μεταξύ των αντίρροπων συντηρητικών και προοδευτικών τάσεων.
Στη διαμόρφωση του κλίματος διαμαρτυρίας
συνέβαλε αποφασιστικά και η πρώτη εμφάνιση στη Βενετία των Ιταλών φουτουριστών. Στην Μπιενάλε του 1910 ο Ιταλός ζωγράφος Umberto Boccioni διακρίθηκε μεταξύ των νέων καλλιτεχνών του Cà Pesaro, ο Filippo Tommaso Marinetti παρουσίασε «Το μανιφέστο εναντίον της οπισθοδρομικής Βενετίας», και στις 8 Ιουλίου του ίδιου έτους ποιητές και εικαστικοί του κινήματος έριξαν 800.000 τυπωμένα φυλλάδια με το κείμενο του μανιφέστου από το Ρολόι της Πλατείας του Αγίου Μάρκου.
Από το 1914 έως το 1920
, η Μπιενάλε διέκοψε τις δραστηριότητές της λόγω του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Τελευταία Ενημέρωση στις Παρασκευή, 03 Ιούνιος 2011 10:34
 

back to top